Page 58 - Παραμυθομαγειρέματα
P. 58

ει και έτρεξε προς το μέρος                                          Η Μαρίνα των λουλουδιών
                                                        του. Το αρνάκι είχε μπλέ-

                                                        ξει σε έναν θάμνο και τότε
                                                        ο Βασιλάκης έσκυψε και το                                            Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε σε ένα χωριό ένα
                                                        βοήθησε να ελευθερωθεί.                                              όμορφο κι ευτυχισμένο κοριτσάκι, η Μαρίνα. Της

                                                      Από τη χαρά του που βρήκε                                              άρεσαν πάρα πολύ τα πολύχρωμα και ευωδιαστά
                                                   το αρνάκι του ο μικρός Βασιλά-                         λουλούδια. Όποτε είχε ελεύθερο χρόνο, γύριζε στους αγρούς και στους

                                             κης το πήρε αγκαλιά, το φίλησε και                           κήπους και μάζευε λουλούδια. Είχε φτιάξει και το δικό της κήπο. Ήταν
            άρχισε να τρέχει χαρούμενος και ευτυχισμένος.                                                 γεμάτος  με  ό,τι  λουλούδι μπορεί να φανταστεί κανείς: τριαντά-

              Όταν έφτασε στο σπίτι του έτρεξε στη μαμά του για να της πει τα                                                         φυλλα, γαρύφαλλα, μαργαρίτες και άλλα
            ευχάριστα νέα. Εκείνη τον αγκάλιασε, λέγοντάς του ότι ήταν πολύ τυ-                                                                       πολλά. Τις περισσότερες

            χερός που το βρήκε. Όμως όταν ήρθε η ώρα του φαγητού και κάθισαν στο                                                                      ώρες τις περνούσε εκεί,
            τραπέζι, η μαμά του του σέρβιρε κρέας με χορταρικά. Τότε ο Βασιλάκης                                                                       φροντίζοντάς τα. Όλοι
            τη ρώτησε: «Τι κρέας είναι αυτό;» και εκείνη του απάντησε: «Αρνάκι                                                                         είχαν μείνει έκπληκτοι.

            φρικασέ». Ο μικρός Βασιλάκης ένιωσε ένα σφίξιμο στο στομάχι και τα                              Πολλές φορές πήγαινε δώρο στη δασκάλα της λουλούδια από τον κήπο
            μάτια του βούρκωσαν στη σκέψη ότι μπορεί και το δικό του αρνάκι να                            της και στόλιζαν την τάξη. Μια μέρα τους είπε η δασκάλα: «Αύριο θα

            έχει την ίδια τύχη.                                                                           πάμε μια εκδρομή στη θάλασσα». Η Μαρίνα μόλις το άκουσε στενοχω-
                            Εκείνη τον καθησύχασε λέγοντάς του ότι το δικό του                            ρήθηκε, γιατί σκέφτηκε τι λουλούδια να υπάρχουν εκεί. Γυρίζοντας στο
                            αρνάκι θα γίνει μια μεγάλη προβατίνα που θα κάνει                             σπίτι το μεσημέρι, ήταν πολύ στενοχωρημένη. «Τι έχεις, Μαρίνα μου;»

                               μικρά αρνάκια και θα προσφέρει και το γαλατάκι                             τη ρώτησε η μαμά της. «Αύριο θα πάμε εκδρομή στη θάλασσα και δεν
                                  της. Τότε ο μικρός ήρεμος έκατσε και απόλαυσε                           θα βρω λουλούδια να μαζέψω». «Μη στενοχωριέσαι, γιατί υπάρχουν

                                    το φαγητό του.                                                        κι εκεί λουλούδια αλλά δεν το ξέρεις», είπε η μαμά της.

                                                                                                            Το πρωί ετοιμάστηκε να πάει εκδρομή. Δεν ήταν και πολύ χαρούμενη,
                                                               Μουστάκης Βασίλης                          όπως τα άλλα παιδιά. Μετά από μισή ώρα διαδρομής έφτασαν στην

                                                                                                          παραλία του Αλυκού. Ενώ τα άλλα παιδιά έτρεχαν πάνω στην άμμο κι
                                                                                                          έπαιζαν με το κύμα, η Μαρίνα καθόταν κάτω από τον ίσκιο ενός δέ-

                                                                                                          ντρου και τίποτα δεν την
                                                                                                          συγκινούσε.




            58                                                                                                                                                                 59
   53   54   55   56   57   58   59   60   61   62   63